Πήγαμε, είδαμε: Bruce Springsteen στην Κοπεγχάγη

 
REVIEWS

13 Ιουλίου και την ώρα που η Αθήνα καιγόταν από τη ζέστη, η Κοπεγχάγη είχε τη μισή θερμοκρασία

Του Τάσου Παπαϊωάννου (κείμενο και φωτογραφίες)

-Steve, I think is time to go home

-What ??? Noooooooo! I don’t wanna go home!

Είναι τελικά ένας τόσο απλός διάλογος όσο ακούγεται μέσα από την ολιγόλεπτη πρόζα μεταξύ Bruce και Steve στο Glory Days;

Όχι δεν είναι.

50 χρόνια μετά ίσως ήρθε η ώρα που ο καθένας θα μπορούσε να σκεφτεί «ναι, μάλλον ήρθε η ώρα να αφήσεις  τη σκηνή και να πας σπίτι σου… Μεγάλωσες και γέρασες πάνω στη σκηνή, όπως κι εμείς μεγαλώναμε τόσα χρόνια μαζί σου»

Είναι όμως έτσι τα πράγματα;

Σε καμία περίπτωση! Η απάντηση έχει δοθεί εδώ και δεκαετίες και επαναλαμβάνεται σε κάθε συναυλία μέσα από τον ύμνο του Badlands… «that ain’t no sin to be glad you’re alive….»

Και όταν είσαι κοινωνός σε μια συναυλία του Springsteen δεν μπορείς παρά να συμφωνήσεις και να ουρλιάξεις μαζί με την απάντηση του Steve, πως σε καμία περίπτωση δεν είναι η ώρα ακόμα να γυρίσεις σπίτι. Κυριολεκτικά και μεταφορικά.

13 Ιουλίου και την ώρα που η Αθήνα καιγόταν από τη ζέστη, η Κοπεγχάγη είχε τη μισή θερμοκρασία… Όταν όμως ήρθε η ώρα να βγει το αφεντικό στο κατάμεστο Parken, η θερμοκρασία αυξήθηκε κατακόρυφα.

Και τρεις ώρες μετά τελείωσε εν μέσω καύσωνα.

Μετά από από έξι (6)! ραντεβού σε δυο μέρες, για roll calls με τους υπόλοιπους fans από κάθε γωνία του πλανήτη, μετά από ώρες ορθοστασίας και αναμονής, στις 5 το απόγευμα έχουμε πάρει τις θέσεις μας στο κάγκελο που μας χωρίζει από τη σκηνή. Εκεί θα περιμένουμε ακόμα τρεις ώρες μέχρι η ώρα να πάει 8 και μέσα σε ένα κατάμεστο- και με κλειστή οροφή- Parken, ο μουσικός «απατεώνας», ο μουσικός «μάγος» και η μπάντα του να βρεθούν στη σκηνή.

Και γιατί οι παραπάνω χαρακτηρισμοί;

Γιατί πολύ απλά- και παρόντες ξανά  σε συναυλία της τρέχουσας περιοδείας- η απορία μας είναι μια: Πως καταφέρνει κάθε φορά και μας κάνει να πιστεύουμε ότι σήμερα έχει έρθει να παίξει για τον καθένα μας ξεχωριστά όταν σε κάθε συναυλία της φετινής του tour λέει και κάνει σχεδόν τα ίδια πράγματα;

Πώς καταφέρνει και μας πείθει ότι όλα όσα συμβαίνουν σε αυτό το τρίωρο τα λέει και τα κάνει για πρώτη φορά;

Αφού λοιπόν ο Bruce παραβίασε για ακόμα μια φορά όλους τους μουσικούς και συμπαντικούς νόμους, για τις επόμενες τρεις ώρες μας χάρισε 27 τραγούδια -με κάποιες αλλαγές στην set list- αλλά και πάλι με αυτά τα 27 τραγούδια σχηματίζουν μια ενιαία αφήγηση (στην οποία είχαμε αναφερθεί αναλυτικά στην προηγούμενη κριτική για τη συναυλία του στην Βαρκελώνη).

Κι ενώ κάθε συναυλία είναι και ένα κάλεσμα στα φαντάσματά του, παραλληλα παραμένει και η πιο χαρούμενη παράσταση για το γήρας, το θάνατο και την προσπάθεια να βρει το φως όταν ξέρει πως σιγά- σιγά έρχεται το σκοτάδι για να καλύψει τα πάντα.

Ταυτόχρονα, το σύνολο της παράστασης είναι ένας φόρος τιμής στην Estreet Band.

Είναι σαν να μας λέει ο Bruce: «Στο Broadway το 2021 ήταν η ιστορία της ζωή μου εδώ είναι η ιστορία της μπάντας μου. Ακούστε την και ζήστε την γιατί δε θα την έχετε για πολύ ακόμα».

Γι’ αυτό και το Kittys Back, γι αυτό και το Estret Shuffle, γι αυτό και η διαβολεμένη εκτέλεση του Prove It All Night και του Darkness On The Edge Of Town, γι αυτό και όλα αυτά τα κομμάτια: για να βλέπουμε την έκφραση ικανοποίησης του κάθε μέλους της Estreet ξεχωριστά. Κοιτάζαμε το βλέμμα του Steve και ξέραμε πως μας σκανάρει με φανερή ικανοποίηση όλους μας .

Κοιτάζαμε το πρόσωπο του Roy Bittan και τον βλέπαμε να ρουφάει αχόρταγα, χαμογελώντας, το τεράστιο πλήθος που πάλλονταν από κάτω. Το ίδιο και ο Garry Tallent, το ίδιο και Max…

Και ναι, η μπάντα το ξέρει ότι είναι οι τελευταίες της παραστάσεις και ναι, εξακολουθεί να χαρίζει αυτό το συμπαγή, wall of sound ήχο της σε κάθε μα κάθε  ένα κομμάτι χωριστά.

Πλαισιωμένη πάντα με την Estreet Horn και τέσσερις δεύτερες φωνές, δε νιώθεις ποτέ αυτό το συμπαγή ήχο να σε αφήνει.

Και ο Bruce; Αεικίνητος, μεταξύ σκηνής και κάγκελου. Μας επισκέφθηκε κάμποσες φορές, μας χαιρέτησε, χάρισε τις φυσαρμόνικες του στο κοινό, πήρε και έδωσε πολλή αγάπη, ίδρωσε το μαύρο πουκάμισο του ήδη με το εναρκτήριο «My Love Will Not Let You Down», συνέχισε με ασταμάτητη ορμή και ενέργεια και η πρώτη πραγματική ανάσα που πήρε ήταν μετά την πρώτη ώρα της συναυλίας.

Και τρεις ώρες μετά, με την ακουστική εκτέλεση μας του I’ll See You In My Dreams, μας αποχαιρέτησε, έχοντας μας προσφέρει για ακόμα μια φορά μια από τις μεγαλύτερες- σε ποσότητα και σε ποιότητα- συναυλιακές βραδιές της ζωής μας!

Ένα τεράστιο πλήθος, έχοντας καταναλώσει τόνους μπίρας, άφησε το γηπέδο Parken και ξεχύθηκε στους δρόμους γύρω από το στάδιο, τραγουδώντας χορωδιακά το My Hometown.

Και είναι αυτές οι στιγμές, που ενώ έχει τελειώσει η συναυλία και σε έχει συνεπάρει, σε έχει βραχνιάσει, σε έχει ταξιδέψει και σε έχει αδειάσει κυριολεκτικά και μεταφορικά, ψάχνεις ακόμα έναν τρόπο να κρατήσεις την ενέργειά της όσο πιο πολύ μπορείς.

Την επόμενη της συναυλίας, περνώντας από το L’ Agletere, το ξενοδοχείο που έμενε ο Bruce και η μπάντα, πέσαμε πάνω στην αναχώρηση τους.

Χαιρετήσαμε προσωπικά όλα τα μέλη της Estreet Band που με στρατιωτική πειθαρχία πήραν τις θέσεις τους στα van που θα τους μετέφεραν στο αεροδρόμιο για την πτήση τους προς τον επόμενο σταθμό τους.

Και εκεί, νιώσαμε για μια στιγμή λες και η πόλη έχασε τη μαγεία της, την ενέργεια της, λες και δεν θα ‘την πια η ίδια τώρα που έφυγε ο Bruce.

Και χρειάστηκε κάποιο χρονικό διάστημα μέχρι η ακαταμάχητη γοητεία αυτής της ανεπιτήδευτης κανονικότητας που αποπνέει η Κοπεγχαγη να δώσει τη δίκη της μαγεία στο υπόλοιπο της διαμονής μας.

Καλή αντάμωση Αφεντικό… Γιατί έχει δίκιο ο Stevie: σίγουρα, δεν είναι ακόμα η ώρα να πας σπίτι σου.

 

REVIEWS