Πήγαμε, είδαμε In Trance 95, Ladytron, Echo and the Bunnymen και Siouxsie στο Release X Nostos SNF

 
REVIEWS

Spellbound στην Πλατεία Νερού

του Δημήτρη Σταματίου

φωτογραφίες: Τάσος Παπαϊωάννου

Καταρχάς, ας μας επιτραπεί να πούμε ότι κατά τη γνώμη μας το βράδυ της Παρασκευής στην Πλατεία Νερού γράφτηκε ένα μικρό αλλά σημαντικό κομμάτι στη συναυλιακή ιστορία της χώρας, με την διαδοχική εμφάνιση δύο ιστορικών ονομάτων της βρετανικής σκηνής των αρχών της δεκαετίας του '80. Τους λόγους για αυτή την άποψη θα τους εκθέσουμε παρακάτω.

Ας περάσουμε, ωστόσο, στο κυρίως μενού, που δεν είναι άλλο από την ίδια τη μουσική. Και τι μουσική!

Θα λέγαμε ότι οι δικοί μας In Trance 95 ήταν οι αδικημένοι της μέρας, καθώς βγήκαν σχεδόν... ντάλα μεσημέρι κάτω από καυτό ήλιο και έντονη ζέστη, με τον κόσμο να μην έχει αρχίσει ακόμα να μαζεύεται. Κρίμα, γιατί μουσικά δεν έχουν τίποτα να ζηλέψουν από αντίστοιχες μπάντες του είδους της «ψαγμένης» ηλεκτρονική μουσικής.

Γύρω στις 8 τη σκηνή κατέλαβαν οι πολύ αγαπητοί στο ελληνικό κοινό Ladytron και επί περίπου μια ώρα και κάτι παρέσυραν τους πολλούς φανς τους σε διαρκή χορό, με την εντυπωσιακά καλοδομημένη electronica τους.

O «ζεστός» ήχος των αναλογικών synths σε συνδυασμό με τα δυνατά live ντραμς και τις εναλλαγές στα φωνητικά μεταξύ της Helen Marnie και της Mira Aroyo (η οποία αφιέρωσε κι ένα τραγούδι στην πατρίδα της, τη Βουλγαρία), πέραν του ότι έκανε πολύ κόσμο να... χτυπηθεί παρά τη ζέστη, έδειξαν ότι οι Ladytron ξέρουν πολύ καλά πώς να τιμούν τον παραδοσιακό ήχο της electronica και ταυτόχρονα να τον επεκτείνουν, αλλά και να τον υποσκάπτουν. Εξαιρετική μπάντα.

Όσον αφορά στους Echo and the Bunnymen, πάντα μας προκαλούσε απορία γιατί το συγκρότημα από το Λίβερπουλ δεν αναφέρεται – στην ίδια ανάσα – με όλα τα μεγάλα post punk συγκροτήματα κιθαρικής ροκ. Οι πρώτες δουλειές τους ουσιαστικά «έχτισαν», μαζί με άλλες μπάντες, τον βρετανικό «ήχο», ενώ είχαν και κάμποσες επιτυχίες στα charts, ενώ το δίδυμο Ian McCulloch (τραγούδι/στίχοι) και Will Sergeant (κιθάρες) έχει πλειστάκις αποδείξει ότι μπορεί να γράψει το ίδιο καλά με οιοδήποτε άλλο συγκρότημα.

Εν πάση περιπτώσει, η εμφάνιση του σεξτέτου το βράδυ της Παρασκευής (αν και ο ήχος ήταν λίγο πιο χαμηλός, απ' όσο στους Ladytron) ήταν αντάξια της ιστορίας του συγκροτήματος – και απέδειξε ότι η προφορά του Λίβερπουλ παραμένει απολύτως αδιαπέραστη, είναι ζήτημα αν καταλάβαμε μία ή δυο λέξεις απ' όσα έλεγε ο McCulloch ανάμεσα στα κομμάτια. Και τι κομμάτια: Bring On the Dancing Horses, Seven Seas, Nothing Lasts Forever, Never Stop, Τhe Killing Moon, Lips Like Sugar, όλα μικρά διαμάντια σύγχρονης ροκ μουσικής παιγμένα με τη δέουσα ένταση και πάθος. Εξαιρετικό live.

Και στις 11 το βράδυ επί σκηνής και υπό τους ήχους του «Καρναβαλιού των Ζώων» του Camille Saint‐Saëns, τη σκηνή κατέλαβε η Siouxsie Sioux και το συγκρότημά της, για να μας βάλει αμέσως στον αισθησιακό και τρομακτικό κόσμο της μουσικής της με το διαβόητο «Night Shift», ένα τραγούδι γραμμένο για τον «αντεροβγάλτη του Γιορκσάιρ» Peter Sutcliffe, ο οποίος δολοφόνησε 13 γυναίκες από το 1975 ως το 1980 οπότε και συνελήφθη.

Μπορεί η ενδυματολογική επιλογή της Siouxsie Sioux να θύμιζε, όπως ακούστηκε από τη διπλανή παρέα «κουμπάρα από την επαρχία» και μπορεί πλέον η φωνή της να μην μπορεί να πιάσει κάποιες ψηλές νότες όπως στο παρελθόν, ωστόσο η χαρακτηριστική ισορροπία της ερμηνείας της ανάμεσα στην ατονικότητα και την μελωδία είναι ακόμα εδώ, δίνοντας σχήμα και μορφή σε μερικά από τα πλέον ιστορικά τραγούδια που γράφτηκαν από το 1978 ως σήμερα: από την ένταση του «Arabian Knights» και του «Spellbound», μέχρι την ψυχεδελική ποπ του «Happy House» και του «Christine» και από τα dance πειράματα του «Cities in Dust» και του «Kiss them for me», μέχρι τα επιβλητικά «Dear Prudence» και «Israel», ουδείς μπορεί να μην παραδεχθεί ότι οι Siouxsie and the Banshees έγραψαν κάποια από την πιο εντυπωσιακή μουσική μετά την έκρηξη του πανκ.

Με τα caveat που αναφέρθηκαν πιο πάνω, η συναυλία της Siouxsie (35 χρόνια μετά το ιστορικό λάιβ στο Σπόρτινγκ) δεν ήταν απλώς ένα ταξίδι στην ανάμνηση. Αντιθέτως, η κυρία Susan Jane Ballion, παρά τα 66 χρονάκια της, παραμένει ζωηρή, κινητική και φάνηκε να απολαμβάνει πολύ την επιστροφή της στη σκηνή (έστω κι αν ο ξηρός πάγος την έπνιξε σε κάποια φάση). Όσο για τα τραγούδια, παραμένουν ζωντανά και ζωτικά, ποπ διαμάντια που συνεχίζουν να λάμπουν εκτυφλωτικά, όσα χρόνια κι αν έχουν περάσει από τότε που πρωτοηχογραφήθηκαν.

Και αφού ακούσαμε και το «Passenger» - «είμαι στην Ελλάδα και δεν μπορώ να μην το παίξω» - και οι τελευταίες νότες του «Spellbound» έσβησαν, το συναίσθημα που επικρατούσε ήταν αυτό που αναφέραμε πιο πάνω: είδαμε ζωντανή ιστορία στην Πλατεία Νερού και ήταν ολοζώντανη και ζωτική.

REVIEWS